Είδα μια μαμά να φέρεται άσχημα δημόσια στο παιδί της: Να επέμβω;

Περπατάς στον δρόμο. Ξαφνικά ακούς ένα παιδί να κλαίει και μια γυναίκα να ωρύεται. Γυρνάς το κεφάλι και βλέπεις μια μαμά να κρατάει το παιδί της από τους ώμους, να έχει σκύψει προς το μέρος του και να του φωνάζει. Όσο κι αν δεν επηρεάζεσαι από τέτοιου είδους καταστάσεις, δεν είναι δυνατόν να μην ταραχτείς.
Μετά το πρώτο σοκ, ακολουθεί μια πολύ σημαντική ερώτηση που πρέπει να κάνεις στον εαυτό σου: να μείνω αμέτοχος ή να επέμβω; Κι αν επέμβω, πώς να το κάνω; Το ζήτημα είναι αρκετά ευαίσθητο και πρέπει κανείς να το εξετάσει από διαφορετικές πλευρές…

Αν πρόκειται απλώς για μια «κακιά» στιγμή;

Όλοι οι γονείς έχουμε κάποιες κακές στιγμές και είναι απολύτως φυσιολογικό. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι θα φτάσουμε στο σημείο να κακοποιήσουμε δημόσια τα παιδιά μας- ακόμα και τότε, ο αυτοέλεγχός μας είναι αυτός που μας υποδεικνύει πού πρέπει να σταματήσουμε και φυσικά πότε πρέπει να ζητήσουμε συγγνώμη απ’ το παιδί αν έχουμε βγει εκτός εαυτού. Μία τέτοια ακραία περίπτωση είναι εντελώς διαφορετική από μια στιγμή που μπορεί να υψώσουμε τη φωνή μας στο παιδί.
Όταν λοιπόν, γίνουμε μάρτυρες λεκτικής ή σωματικής κακοποίησης ενός άγνωστου παιδιού, είτε από τη μητέρα είτε από τον πατέρα του, πρέπει να δράσουμε ανάλογα με το αν το παιδί εκείνη την ώρα βρίσκεται σε σοβαρό κίνδυνο, ακόμα κι αν είναι μαζί με τους γονείς του. Όπως αναφέρει η ψυχολόγος- ψυχοθεραπεύτρια κ. Ρομίνα Σαλούστρου, «ο διαχωρισμός του αν πρόκειται για μια “ατυχή” στιγμή δεν είναι απαραίτητος εφόσον ένα παιδί βρίσκεται σε σοβαρό κίνδυνο. Ο παρατηρητής μπορεί να προσφέρει βοήθεια σε κάθε περίπτωση και ανάλογα τις συνθήκες του περιστατικού».




Ποιος είναι ο σωστός τρόπος να επέμβουμε

Η διατήρηση της σωματικής και ψυχικής ακεραιότητας του παιδιού πρέπει να είναι σε κάθε περίπτωση το πρώτο μας μέλημα. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να δράσουμε παρορμητικά. Εφόσον δεν μιλάμε για μια ακραία κατάσταση, πρέπει να συνυπολογίσουμε το ότι θα απευθυνθούμε σε άγνωστους για εμάς ανθρώπους κι έτσι η θέση μας απαιτεί λεπτούς χειρισμούς. Όπως συμβουλεύει η κ. Σαλούστρου, η προσπάθεια προσέγγισης του γονέα από τον παρατηρητή είναι καλό να γίνει χωρίς φωνές και κατηγορίες. Μία απλή ερώτηση, όπως αν χρειάζεται ένα ποτήρι νερό ή αν μπορούμε εμείς να τον βοηθήσουμε με κάποιον τρόπο, μπορεί να αποφορτίσει την κατάσταση και να βοηθήσει τον γονιό να πάρει τον χρόνο του και το παιδί να ηρεμήσει.
Είναι αυτονόητο πως αν πρόκειται για ένα σοβαρό γεγονός που θέτει σε κίνδυνο το παιδί, θα πρέπει να επικοινωνήσουμε αμέσως με τις αρμόδιες αρχές, να τους ενημερώσουμε σχετικά, να ζητήσουμε την παρέμβασή τους, αλλά και οδηγίες για το τι πρέπει να κάνουμε εκείνη την ώρα.

Ποια όρια δεν πρέπει να ξεπεράσουμε  Μια τέτοια κατάσταση είναι από μόνη της δύσκολη και ιδιαίτερα φορτισμένη. Γι’ αυτό κι εμείς πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί στον χειρισμό μας. Σύμφωνα με την ψυχολόγο, αυτό που πρέπει να προσέξουμε είναι ότι πρέπει να απευθυνθούμε στον γονέα και όχι στο παιδί και να μην επιδιώξουμε την σωματική επαφή αλλά μόνο τη λεκτική επικοινωνία. Οι άσχημοι χαρακτηρισμοί, οι φωνές και η ένταση σίγουρα δεν εξυπηρετούν σε τίποτα παρά μόνο στο να εντείνουν την κατάσταση. Θα πρέπει, λοιπόν, να κάνουμε σαφές από τη μεριά μας ότι σκοπός μας είναι να βοηθήσουμε τόσο το παιδί όσο και τον γονιό και όχι να τον κατακρίνουμε για τη συμπεριφορά του.

Δεν είναι σίγουρο ότι η παρέμβασή μας θα είναι βοηθητική, όμως, όταν κρίνουμε πως ένα παιδί χρειάζεται τη βοήθειά μας, αξίζει να προσπαθήσουμε. Αν η κατάσταση έχει βγει εκτός ελέγχου και εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο, η επικοινωνία με τις αρμόδιες αρχές είναι η ιδανικότερη λύση.

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου